αγαρδίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αγαρδίτης < (άμεσο δάνειο) αγγλική agardite < Jules Agard (Γάλλος γεωλόγος)
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγαρδίτης αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- αγαρδίτης στη Βικιπαίδεια
αγαρδίτης αρσενικό