Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

 
Η κυρά της λίμνης όταν παίρνει το Εξκάλιμπερ από τον Μπέντβιρ

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Εξκάλιμπερ < (άμεσο δάνειο) αγγλική Excalibur < ουαλική Caledfwlch < caled (σκληρός) + bwlch (χάραγμα)

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /eks.ˈka.li.beɾ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Εξ‐κά‐λι‐μπερ

  Κύριο όνομαΕπεξεργασία

Εξκάλιμπερ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία