κουίζ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κουίζ < (άμεσο δάνειο) αγγλική quiz
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈkui̯z/ (ως μονοσύλλαβο)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κουίζ
Ουσιαστικό
επεξεργασίακουίζ ουδέτερο άκλιτο
- (παιχνίδι) παιχνίδι που αναζητά απαντήσεις σε ερωτήσεις γνώσεων