τραπέζι με εδέσματα από κέιτερινγκ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κέιτερινγκ < (άμεσο δάνειο) αγγλική catering

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κέιτερινγκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία