τραπέζι με εδέσματα από κέτερινγκ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κέτερινγκ < (άμεσο δάνειο) αγγλική catering

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κέτερινγκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • κέτερινγκΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • κέτερινγκ - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)