κέιτερινγκ

(Ανακατεύθυνση από κέτερινγκ)

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
τραπέζι με εδέσματα από κέιτερινγκ

  Ετυμολογία επεξεργασία

κέιτερινγκ < (άμεσο δάνειο) αγγλική catering

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κέιτερινγκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία