Ετυμολογία

επεξεργασία
μανικιούρ < (άμεσο δάνειο) αγγλική manicure κατά τον τονισμό των λέξεων που προέρχονται από τα γαλλικά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μανικιούρ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία