Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

γιγαμπάιτ < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από την αγγλική gigabyte. Αναλύεται σε γιγα- + μπάιτ

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

γιγαμπάιτ ουδέτερο άκλιτο

ΣημειώσειςΕπεξεργασία

  • Συχνά γράφεται και με λατινική γραφή, όπως στα αγγλικά: megabyte

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

Δείτε και τη διεθνή συντομογραφία: GB