- αγγλικά : potato (en)
- αϊμάρα : chʼoqe (ay)
- αϊτινά : pòmdetè
- αλβανικά : patatja (sq)
- αραβικά : بطاطس (ar)
- αραγονικά : trunfa (an)
- αστουριανά : pataca (ast)
- αφρικάανς : aartappel (af)
- βαλονικά : crompire (wa)
- βασκικά : patata (eu)
- βόρεια λαπωνικά : buđeita, buđet
- βολαπούκ : pötet (vo)
- βοσνιακά : krompir (bs)
- βουλγαρικά : картоф (bg) (kartof)
- γαλικιανά : pataca (gl)
- γαλλικά : patate (fr), pomme de terre (fr)
- γερμανικά : Kartoffel (de), Erdapfel (de)
- γεωργιανά : კარტოფილი (ka)
- γίντις : קארטאפל (yi)
- δανικά : kartoffel (da)
- εβραϊκά : תפוח אדמה (he)
- εσθονικά : kartul (et)
- εσπεράντο : terpomo (eo)
- ζουλού : ilizambane (zu), izambane (zu)
- ιαπωνικά : ジャガイモ (ja)
- ινδονησιακά : kentang (id)
- ίντο : terpomo (io)
- ιρλανδικά γαελικά : pratai (ga)
- ισλανδικά : kartafla (is)
- ισπανικά : papa (es), patata (es)
- ιταλικά : patata (it)
- καταλανικά : patata (ca)
- κάτω σαξονικά Ολλανδίας : eerpel
- κέτσουα : papa (qu)
- καντόν : 薯仔 (zh-yue)
- κινεζικά μινάν : má-lêng-chî
- κινεζικά : 土豆 (zh) (tǔ dòu), 马铃薯 (zh) (mălíng shǔ)
- κινιαρουάντα : ikirayi (rw)
- κονγκό : mbala
- κορεατικά : 감자 (ko) (gamja)
- κορνουαλικά : patata (kw)
- κουρδικά : petete (ku), kartol (ku)
- κροατικά : krumpir (hr)
- λετονικά : kartupelis (lv)
- λινγκάλα : mbálá (ln)
- λιθουανικά : bulvė (lt)
- λιμβουργιανά : irpel (li)
- μαλαϊκά : pokok kentang (ms)
- μαλγασικά : ovy (mg)
- μάορι : rīwai (mi)
- μαράθι : बटाटा (mr)
- μογγολικά : төмс (mn) (töms)
- μπενγκάλι : আলু (bn)
- μπέμπα : ifyumbu
- νάουατλ : tlālcamohtli
- νεονορβηγικά : potet (nn)
- νορβηγικά : potet (no)
- ολλανδικά : aardappel (nl)
- οξιτανικά : patana (oc)
- ουαλικά : tatws (cy)
- ουγγρικά : burgonya (hu), krumpli (hu)
- ουκρανικά : картопля (uk) (kartoplǎ)
- ούρντου : آلو (ur) (ālū)
- παπιαμέντο : batata
- περσικά : سیب زمینی (fa) (sibzamini)
- πολωνικά : ziemniak (pl), kartofel (pl)
- πορτογαλικά : batata (pt)
- ρουμανικά : cartof (ro)
- ρωσικά : картофель (ru)
- σανσκριτικά : आलू (sa) (ālū)
- σεμπουάνο : patatas
- σερβικά : кромпир (sr)
- σικελικά : patata (scn)
- σκωτικά γαελικά : buntàta (gd)
- σλαβομακεδονικά : компир (mk) (kompir)
- σλοβακικά : zemiak (sk)
- σλοβενικά : krompir (sl)
- σόνα : mbatatisi
- σότο (βόρεια) : tapola
- σουάζι : li-tábhane (ss)
- σουαχίλι : kiazi (sw)
- σουηδικά : potatis (sv)
- σράναν : patata
- ταϊλανδικά : มันฝรั่ง (th) (man fà-ràng)
- ταταρικά : bäräñge (tt)
- τελούγκου : ఆలుగడ్డ (te), ఉర్లగడ్డ (te), బంగాళాదుంప (te)
- τόνγκα : pateta
- τουρκικά : patates (tr)
- τσαμόρο : batatas
- τσεχικά : brambor (cs)
- φεροϊκά : epli (fo)
- φιλιππινέζικα : patatas (tl)
- φινλανδικά : peruna (fi)
- δυτικά φριζικά : ierappel (fy)
- χίντι : आलू (hi)
|