μογγολικά
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | μογγολικά | ||
γενική | των | μογγολικών | ||
αιτιατική | τα | μογγολικά | ||
κλητική | μογγολικά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- μογγολικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου μογγολικός, στον πληθυντικό
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
μογγολικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) που μιλιέται στη Μογγολία. Γράφεται με την κάθετη παραδοσιακή της γραφή ή με κυριλλικό ή λατινικό αλφάβητο
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- κωδικός γλώσσας: mn
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
μογγολικά
→ δείτε τη λέξη μογγολικός |
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
μογγολικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μογγολικό