γάμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | γάμος | οι | γάμοι |
γενική | του | γάμου | των | γάμων |
αιτιατική | τον | γάμο | τους | γάμους |
κλητική | γάμε | γάμοι | ||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- γάμος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική γάμος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈɣa.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γά‐μος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγάμος αρσενικό
- η επίσημη τελετή ένωσης δύο ατόμων, η γαμήλια τελετή
- (κατ’ επέκταση) η αναγνωρισμένη από το νόμο συμβίωση δύο ανθρώπων, που έχει γίνει μετά από σύμφωνη με τη νομοθεσία διαδικασία
- (χριστιανισμός) ένα από τα επτά μυστήρια της εκκλησίας
- → δείτε και τον πληθυντικό γάμοι
Συγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΠολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία- αναγκαστικός γάμος
- ανοικτός γάμος: τελετή γάμου με πολλούς προσκεκλημένους
- θρησκευτικός γάμος: γάμος σύμφωνα με τους κανόνες της αντίστοιχης θρησκείας
- κλειστός γάμος: τελετή γάμου με ελάχιστους ή και καθόλου προσκεκλημένους
- λίστα γάμου
- μεικτός γάμος: γάμος ζεύγους με διαφορετική θρησκεία
- μοργανατικός γάμος: γάμος ενός μέλους ηγεμονικού οίκου (βασιλιάς, πρίγκιπας, δούκας κ.λπ.) με γυναίκα μη ηγεμονικής καταγωγής (ή το αντίστροφο), με αποτέλεσμα οι απόγονοί τους να μην κληρονομούν τους σχετικούς τίτλους
- πολιτικός γάμος: γάμος που γίνεται σύμφωνα με τους κατά τόπους διοικητικούς κανονισμούς
Εκφράσεις
επεξεργασία- αδαμάντινοι γάμοι
- αργυροί γάμοι
- αφήνω το γάμο και πάω για πουρνάρια
- βρίσκομαι/είμαι σε ηλικία γάμου
- γάμος του καραγκιόζη
- δίνω υπόσχεση γάμου
- έκλασε η νύφη σχόλασε ο γάμος
- εκτός γάμου
- εντός γάμου
- έρχομαι εις γάμου κοινωνία
- ζητώ σε γάμο
- και στο γάμο σου! → δείτε την έκφραση: και στα δικά σου!
- λευκός γάμος: ο γάμος, η συμβίωση ζεύγους που έχει παντρευτεί νόμιμα αλλά χωρίς να έχει συζυγικές σχέσεις
- λύνω το γάμο
- νεκρός γάμος
- ο γάμος είναι λαχείο
- όλα του γάμου δύσκολα (κι η νύφη γκαστρωμένη):
- όταν υπάρχουν πολλά προβλήματα μαζεμένα
- όταν σε μια ήδη δύσκολη κατάσταση εμφανίζεται κάποιο ακόμα πρόβλημα
- όπου γάμος και χαρά (κι) η Βασίλω πρώτη
- ούτε γάμος άκλαυτος ούτε νεκρός αγέλαστος
- πάρ' τονε στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου
- πάω για γάμο
- πρόταση γάμου
- τα (ιερά) δεσμά του γάμου
- του Κουτρούλη ο γάμος
- χρυσοί γάμοι
- χωρίς γαμπρό γάμος δε γίνεται
Δείτε επίσης
επεξεργασία- γάμος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία τελετή
|
νόμιμη συμβίωση
Πηγές
επεξεργασία- γάμος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- γάμος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- γάμος pdf - Κάτος, Γιώργος Β. (2016) Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής μας γλώσσας. Θεσσαλονίκη, 2016 στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας- Αναζήτηση:'γάμος'.
- Με πολλά παραδείγματα εκφράσεων.
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαγάμος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγάμος αρσενικό
- η επίσημη τελετή ένωσης δύο ανθρώπων, η γαμήλια τελετή
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 697 (695-697)
- Ὡραῖος δὲ γυναῖκα τεὸν ποτὶ οἶκον ἄγεσθαι, | μήτε τριηκόντων ἐτέων μάλα πόλλ᾽ ἀπολείπων | μήτ᾽ ἐπιθεὶς μάλα πολλά· γάμος δέ τοι ὥριος οὗτος·
- Στην ώρα σου γυναίκα στο σπίτι σου να φέρεις, | μήτε πάρα πολύ μικρότερος απ᾽ τα τριάντα χρόνια, | μήτε και πάρα πολύ μεγαλύτερος. Αυτός είναι ο κατάλληλος καιρός για γάμο.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- Ὡραῖος δὲ γυναῖκα τεὸν ποτὶ οἶκον ἄγεσθαι, | μήτε τριηκόντων ἐτέων μάλα πόλλ᾽ ἀπολείπων | μήτ᾽ ἐπιθεὶς μάλα πολλά· γάμος δέ τοι ὥριος οὗτος·
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 697 (695-697)
Παράγωγα
επεξεργασία- γαμέω
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- γάμος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- γάμος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.