πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το διαζύγιο τα διαζύγια
      γενική του διαζυγίου
& διαζύγιου
των διαζυγίων
    αιτιατική το διαζύγιο τα διαζύγια
     κλητική διαζύγιο διαζύγια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

διαζύγιο ουδέτερο

  1. η επίσημη διάλυση ενός γάμου
      το διαζύγιό τους βγήκε κοινή συναινέσει
     δείτε τη λέξη χωρισμός
  2. (μεταφορικά) η διακοπή μιας επαφής
      έχει πάρει διαζύγιο με τη λογική (είναι παράλογος)

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία