Δείτε επίσης: δια, δια-

  Ετυμολογία

επεξεργασία
διά < αρχαία ελληνική διά < *δισ-α < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dwis-

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ði̯a/ & /ðʝa/ άτονο + επόμενη λέξη, ως μία φωνολογική λέξη
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐ά

  Πρόθεση

επεξεργασία

διά ή δι' πριν από φωνήεν
δηλώνει:

  1. (+ γενική) → δείτε και τη λέξη  τις #Εκφράσεις
    1. διέλευση
      θα ταξιδέψομε διά ξηράς
    2. χρονική διάρκεια
      ⮡  η διά βίου εκπαίδευση
    3. όργανο, μέσο, τρόπο
      ⮡  διά της διπλωματικής οδού
  2. (+ αιτιατική)
    1. αναφορά
      ⮡  κατάλληλο δι' ανηλίκους
       συνώνυμα: για
    2. αιτία
      ⮡  θα μας πεις το «διά ταύτα» της συνάντησής μας;
       συνώνυμα: για
  3. (μαθηματικά) διαίρεση
    ⮡  οκτώ διά τέσσερα ίσον δύο

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • δι' πριν από φωνήεν

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • Η λέξη αυτή σύμφωνα με τη σχολική γραμματική γράφεται χωρίς τόνο και θεωρείται μονοσύλλαβη. Σε άλλα λεξικά θεωρείται δισύλλαβη και γράφεται με τόνο.

Εκφράσεις

επεξεργασία

λόγιες, από την καθαρεύουσα:

+ γενική:

+ αιτιατική

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα