-ούρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | -ούρα | οι | -ούρες |
γενική | της | -ούρας | — | |
αιτιατική | τη(ν) | -ούρα | τις | -ούρες |
κλητική | -ούρα | -ούρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -ούρα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική -ούρα[1] κατ' αναλογία προς λατινικές ή ιταλικές λέξεις που έληγαν σε -ura
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈu.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ού‐ρα
Επίθημα
επεξεργασία-ούρα θηλυκό
- επίθημα σε επίθετα ή ρήματα για την παραγωγή κυρίως αφηρημένων λαϊκότροπων ουσιαστικών που δεν υπήρχαν αντίστοιχά τους ή για να αντικατασταθούν τα υπάρχοντα
- μεγεθυντικό η επιτατικό επίθημα για την παραγωγή σχετικά κακόσημων ουσιαστικών με την έννοια της υπερβολής
- ελληνικά > ελληνικούρα, λαϊκό > λαϊκούρα, μαλλί > μαλλούρα
- παλιατζής > παλιατζούρα
- χαρτί > χαρτούρα
- χαιρετώ > χαιρετούρα,
- ανακάτεμα ή ανακάτωσα (αόριστος του ανακατώνω) > ανακατωσούρα
Συγγενικά
επεξεργασία- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ούρα στο Βικιλεξικό
- Όροι που λήγουν σε ούρα — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Σημειώσεις
επεξεργασία- με φαινομενικό επίθημα, ενώ πρόκειται για μεταφορά αυτούσιων λέξεων άλλων γλωσσών
- κλεισούρα (από το λατινικό clausura) για το στενό πέρασμα, αλλά ίσως από το κλειστός για το αίσθημα της κλεισούρας σε ένα περιορισμένο χώρο
- λοβιτούρα (ρουμανική), πρεμούρα (ιταλική), φιγούρα και παρτιτούρα (ιταλικές)
- μουτζούρα ίσως από το τουρκικό muzur (καρβουνόσκονη)
- καπελαδούρα, από το βενετσιάνικο capeladura
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ -ούρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -ούρα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθημα
επεξεργασία-ούρα
- όπως και η νεοελληνική -ούρα
Συγγενικά
επεξεργασία- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -ούρα στο Βικιλεξικό
- λέξεις σε -ούρα - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ -ούρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας