χαιρετώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χαιρετώ < χαίρω
Ρήμα
επεξεργασίαχαιρετώ
- χαιρετίζω, απευθύνω χαιρετισμό
- Χαιρετώ τα πλήθη (χαριτολογώντας όταν μπαίνουμε σε μια συντροφιά)
- Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα! (από ελληνική ταινία)
- Χρήση του ρήματος για αποχαιρετισμό
- Εγώ σας χαιρετώ, γιατί αύριο πρέπει να ξυπνήσω νωρίς
- Χαιρετώ! Πρέπει να πάω σε σημαντικό ραντεβού
Εκφράσεις
επεξεργασία- Καλά... Χαιρέτα μας τον πλάτανο! (για κάτι που δεν πρόκειται να γίνει ή για την ασυνεννοησία)
- Βρε άι χαιρέτα μας! (παράτα μας, φύγε από εδώ)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | χαιρετάω - χαιρετώ | χαιρετούσα | θα χαιρετάω - χαιρετώ | να χαιρετάω - χαιρετώ | χαιρετώντας | |
β' ενικ. | χαιρετάς | χαιρετούσες | θα χαιρετάς | να χαιρετάς | χαιρέτα - χαιρέταγε | |
γ' ενικ. | χαιρετάει - χαιρετά | χαιρετούσε | θα χαιρετάει - χαιρετά | να χαιρετάει - χαιρετά | ||
α' πληθ. | χαιρετάμε - χαιρετούμε | χαιρετούσαμε | θα χαιρετάμε - χαιρετούμε | να χαιρετάμε - χαιρετούμε | ||
β' πληθ. | χαιρετάτε | χαιρετούσατε | θα χαιρετάτε | να χαιρετάτε | χαιρετάτε | |
γ' πληθ. | χαιρετάν(ε) - χαιρετούν(ε) | χαιρετούσαν(ε) | θα χαιρετάν(ε) - χαιρετούν(ε) | να χαιρετάν(ε) - χαιρετούν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | χαιρέτησα | θα χαιρετήσω | να χαιρετήσω | χαιρετήσει | ||
β' ενικ. | χαιρέτησες | θα χαιρετήσεις | να χαιρετήσεις | χαιρέτα - χαιρέτησε | ||
γ' ενικ. | χαιρέτησε | θα χαιρετήσει | να χαιρετήσει | |||
α' πληθ. | χαιρετήσαμε | θα χαιρετήσουμε | να χαιρετήσουμε | |||
β' πληθ. | χαιρετήσατε | θα χαιρετήσετε | να χαιρετήσετε | χαιρετήστε | ||
γ' πληθ. | χαιρέτησαν χαιρετήσαν(ε) |
θα χαιρετήσουν(ε) | να χαιρετήσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω χαιρετήσει | είχα χαιρετήσει | θα έχω χαιρετήσει | να έχω χαιρετήσει | ||
β' ενικ. | έχεις χαιρετήσει | είχες χαιρετήσει | θα έχεις χαιρετήσει | να έχεις χαιρετήσει | ||
γ' ενικ. | έχει χαιρετήσει | είχε χαιρετήσει | θα έχει χαιρετήσει | να έχει χαιρετήσει | ||
α' πληθ. | έχουμε χαιρετήσει | είχαμε χαιρετήσει | θα έχουμε χαιρετήσει | να έχουμε χαιρετήσει | ||
β' πληθ. | έχετε χαιρετήσει | είχατε χαιρετήσει | θα έχετε χαιρετήσει | να έχετε χαιρετήσει | ||
γ' πληθ. | έχουν χαιρετήσει | είχαν χαιρετήσει | θα έχουν χαιρετήσει | να έχουν χαιρετήσει |
|