Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

-ίζω < κληρονομημένο από την αρχαία ελληνική -ίζω [1] < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *-idyéti < *-id- + *-yéti
  • ή μεταπλασμός αρχαίων συνηρημένων ρημάτων σε -ῶ ή σε -μι με βάση τον αόριστo σε -ησα > -ισα > νέος ενεστώτας σε -ίζω
  • ή αρχική παραγωγή νεοελληνικών ρημάτων

  Κατάληξη ρημάτων επεξεργασία

-ίζω, πρτ.: -ιζα, στ.μέλλ.: θα -ίσω, αόρ.: -ισα, παθ.φωνή: -ίζομαι, π.αόρ.: -ίστηκα, μτχ.π.π.: -ισμένος (ρήμα -ζω -σα -στηκα -σμένος)
παραγωγική κατάληξη / επίθημα ρημάτων παράγωγων...

  1. ...από επίθετα. Το υποκείμενο του ρήματος μετατρέπεται σ' αυτό που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη.
    αδύνατος > αδυνατίζω, πράσινος > πρασινίζω
  2. ...από ουσιαστικά:
    πριόνι > πριονίζω, φυλακή > φυλακίζω
  3. ...από ρήματα (δίνοντάς τους υποκοριστική σημασία):
    φέγγω > φεγγίζω
  4. ...από άκλιτες λέξεις:
    παράμερα > παραμερίζω, χωρίς > χωρίζω
  5. ...από ηχομιμητικές λέξεις:
    γαβ > γαβγίζω, νιάου > νιαουρίζω
  6. ...από κύρια ή εθνικά ή από ονόματα ζώων σημαίνουν συνήθως ότι το υποκείμενο μιμείται ή ακολουθεί τα φρονήματα εκείνου που δηλώνει το πρωτότυπο:
    πίθηκος < πιθηκίζω, παπαγάλος < παπαγαλίζω

Εξαιρούνται επεξεργασία

  1. αθροίζω
  2. αναβλύζω/αναβρύζω
  3. γογγύζω
  4. δακρύζω
  5. δανείζω
  6. κατακλύζω
  7. κελαρύζω
  8. μπήζω και (μπήγω)
  9. ολολύζω
  10. πήζω
  11. πρήζω
  12. συγχύζω
  13. σφύζω

Κλίση επεξεργασία

Δείγμα κλίσης ρημάτων σε -ίζω, και γενικά των ρημάτων -ζω -σα -στηκα -σμένος

  Αναφορές επεξεργασία