her
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΑντωνυμίαΕπεξεργασία
her (en) (κτητικός προσδιοριστής του she)
Κλιτικός τύπος αντωνυμίαςΕπεξεργασία
her (en) (προσωπική αντωνυμία)
- αιτιατική ενικού του she (θηλυκό): αυτήν, την, της
- ↪ I told her.
- Της είπα. (είπα σ' αυτήν)
- ↪ She gave it to her.
- Της το έδωσε. (Το έδωσε σε αυτήν.)
- ↪ We lifted her up.
- Την σηκώσαμε.
- ↪ I told her.
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
αγγλικές αντωνυμίες - English pronouns
Αγγλοσαξονικά (ang)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
her (ang)
Δανικά (da)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
her (da)
Νορβηγικά (no)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
her (no)
Φεροϊκά (fo)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
her (fo)
Τουρκικά (tr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- her < (άμεσο δάνειο) περσική هر (har)
ΑντωνυμίαΕπεξεργασία
her (tr)