Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

objective (en)

  1. αντικειμενικός
  2. που επιτελεί σκοπό/στόχο, σκόπιμος, στοχευμένος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

objective (en)