Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

one another < → δείτε τις λέξεις one και another

  Αντωνυμία επεξεργασία

one another (en)

  • (αλληλοπαθής αντωνυμία) ο ένας τον άλλον, αλλήλων, αλλήλους
    They love one another.
    Αγαπούν ο ένας τον άλλον.
    The hate one another.
    Μισούν ο ένας τον άλλον.
    They were trying to steal one another’s money.
    Προσπαθούσαν να κλέψουν ο ένας τα χρήματα του άλλου.

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία