Ετυμολογία

επεξεργασία
one another < → δείτε τις λέξεις one και another

  Αντωνυμία

επεξεργασία

one another (en)

  • (αλληλοπαθής αντωνυμία) ο ένας τον άλλον, αλλήλων, αλλήλους
    ⮡  They love one another.
    Αγαπούν ο ένας τον άλλον.
    ⮡  The hate one another.
    Μισούν ο ένας τον άλλον.

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη each other για περισσότερα παραδείγματα

Δείτε επίσης

επεξεργασία