Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʃi/

  Αντωνυμία

επεξεργασία

she (en) (γ΄πρόσωπο, ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους) αιτιατική: her, αυτοπαθής: herself, κτητική αντωνυμία: hers, κτητικός προσδιοριστής: her)

  1. (προσωπική αντωνυμία) αυτή, πρόσωπα ή ζώα θηλυκού γένους
    ⮡  She is a smart woman.
    (Αυτή) είναι έξυπνη γυναίκα.
    ⮡  My dog is female and she is very fast.
    Η σκύλα μου είναι θηλυκή και (αυτή) είναι πολύ γρήγορη.
    • της στη φράση «της αρέσει»
      ⮡  She likes the song a lot.
      Της αρέσει πολύ το τραγούδι.
    • τη στη φράση «να 'τη»
      ⮡  -Where is she? -Here she is! Here she is Maria!
      -Πού' ν' 'τη; -Να 'τη! Να 'τη η Μαρία!
  2. (προσωπική αντωνυμία) αυτή/αυτό, για να δηλώσει πλοίο ή βάρκα
    ⮡  It is a historic ship and she is beautiful.
    Είναι ένα ιστορικό πλοίο και (αυτό) είναι όμορφο.

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • χρησιμοποιείται για να δηλώσει πρόσωπα θηλυκού γένους, ζώα θηλυκού γένους, πλοία και μερικές φορές χώρες

Δείτε επίσης

επεξεργασία