• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

lead

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ουσιαστικό
    • 1.2 Ρήμα 1
    • 1.3 Ρήμα 2
    • 1.4 Δείτε επίσης

Αγγλικά (en) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

lead (en)

  • (χωρίς πληθυντικό) ο μόλυβδος

  Ρήμα 1Επεξεργασία

ενεστώτας lead
γ΄ ενικό ενεστώτα leads
αόριστος led
παθητική μετοχή led
ενεργητική μετοχή leading
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

lead (en)

  • οδηγώ


  Ρήμα 2Επεξεργασία

ενεστώτας lead
γ΄ ενικό ενεστώτα leads
αόριστος leaded
παθητική μετοχή leaded
ενεργητική μετοχή leading

lead (en)

  • καπακώνω


Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • Λήμματα που εμπεριέχουν το 'lead' στο Βικιλεξικό
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=lead&oldid=4179352"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Οκτωβρίου 2019, στις 07:37

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Οκτωβρίου 2019, στις 07:37.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie