Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπροστά < εμπροστά < αρχαία ελληνική ἐμπρός

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /bɾoˈsta/

  Επίρρημα επεξεργασία

μπροστά

  1. (τοπικό, για στάση) προς την κατεύθυνση που κοιτάζει ο παρατηρητής
    Μπροστά σου είναι το βιβλίο, δεν το βλέπεις;
  2. δηλώνει κίνηση προς τα εμπρός
    Προχωρήστε μπροστά παρακαλώ!
    Όρμησε/έτρεξε μπροστά.
  3. προσδιορίζει κάποιον ή κάτι που βρίσκεται στην πρώτη σειρά ή θέση σε σχέση με τον ομιλητή
    Μπροστά οι κοντοί και πίσω οι ψηλοί.
    Aπό μπροστά βλέπεις θάλασσα.
  4. (μεταφορικά) για να δηλώσει αυτόν που ηγείται, που είναι αρχηγός ή πρωτοπόρος
    πάντα μπροστά στους αγώνες

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία