*méh₂tēr
(επ)ανασυντεθειμένος υποθετικός τύπος πρωτογλώσσας όπως προκύπτει από την έως τώρα έρευνα της ιστορικοσυγκριτικής γλωσσολογίας - μπροστά από τον τύπο σημειώνεται πάντα ένας αστερίσκος - |
Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή γλώσσα (ine-pro)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- *méh₂tēr < προ-πρωτοϊνδοευρωπαϊκά *méh₂ters
Παλαιότερα ανακατασκευάζονταν ως *mātēr και ετυμολογούνταν ως ο συνδυασμός της βρεφικής λέξης *ma με την κατάληξη *-tḗr που δηλώνει πρόσωπο που ενεργεί.
Ουσιαστικό
επεξεργασία*méh₂tēr θηλυκό
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑπόγονοι
επεξεργασία
|
|
Συγγενικά
επεξεργασία- *ph₂tḗr ("πατέρας")
- *bʰréh₂tēr ("αδελφός")
- *swésōr ("αδελφή")
- *dʰugh₂tḗr ("κόρη")
- *suHnús ("υιός")
Κλίση
επεξεργασίαΠτώση/Αριθμός | Ενικός | Δυικός | Πληθυντικός |
---|---|---|---|
Ονομαστική | *méh₂tēr | *méh₂terh₁(e) | *méh₂teres |
Γενική | *méh₂tr̥s | *? | *méh₂troHom |
Δοτική | *méh₂trey | *? | *méh₂tr̥mos |
Οργανική | *méh₂tr̥h₁ | *? | *méh₂tr̥bʰi |
Τοπική | *méh₂tr̥, *méh₂tri | *? | *méh₂tr̥su |
Αιτιατική | *méh₂term̥ | *méh₂terh₁(e) | *méh₂term̥s |
Αφαιρετική | *méh₂tr̥s | *? | *méh₂tr̥mos |
Κλητική | *méh₂ter | *méh₂terh₁(e) | *méh₂teres |