• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

мати

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ουκρανικά (uk)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ρήμα
    • 1.3 Ουσιαστικό

Ουκρανικά (uk)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ρήμα

επεξεργασία

мати (uk)

  • έχω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

мати (uk)

  • μητέρα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=мати&oldid=5242790"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 02:46

Γλώσσες

    • Afrikaans
    • Azərbaycanca
    • Čeština
    • Deutsch
    • Zazaki
    • English
    • Español
    • Euskara
    • Suomi
    • Français
    • Hrvatski
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Kurdî
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Occitan
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Slovenščina
    • Српски / srpski
    • Svenska
    • ไทย
    • Türkçe
    • Українська
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 02:46.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας