Δείτε επίσης: ἀρτηρία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αρτηρία οι αρτηρίες
      γενική της αρτηρίας των αρτηριών
    αιτιατική την αρτηρία τις αρτηρίες
     κλητική αρτηρία αρτηρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αρτηρία < αρχαία ελληνική ἀρτηρία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aɾ.tiˈɾi.a/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αρτηρία θηλυκό

  1. (ανατομία) μυώδες ελαστικό σωληνοειδές αγγείο μέσω του οποίου το αίμα μεταφέρεται από την καρδιά προς όλα τα όργανα
  2. (μεταφορικά) μεγάλος και πολυσύχναστος άξονας μεταφορών ή επικοινωνιών
  3. (πληροφορική) η σύνδεση της κεντρικής μονάδας επεξεργασίας (CPU) με την κεντρική μνήμη και τα άλλα υποσυστήματα του υπολογιστή εσωτερικά και εξωτερικά (πχ διαδίκτυο).
    Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στις απλές κατασκευές των μικρών υπολογιστών, ενώ στους μεγάλους (mainframes) χρησιμοποιείται ο όρος δίαυλος. Και στις δύο περιπτώσεις στα αγγλικά μεταφράζεται ως bus [1]
  4. (δίκτυο υπολογιστών) ηλεκτρικός αγωγός (ειδικό δικτυακό καλώδιο) πάνω στον οποίο συνδέονται οι κόμβοι (nodes) του δικτύου

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Είσοδος/έξοδος (Ι/Ο) και η χρησιμότητά της, τμήμα Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΠΑ. Πρόσβαση 24/10/2019