• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

turn

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
    • 1.3 Ρήμα
      • 1.3.1 Εκφράσεις
  • 2 Ρουμανικά (ro)
    • 2.1 Ουσιαστικό

Αγγλικά (en) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /tɜːn/ (βρετανική)
ΔΦΑ : /tɝn/ (ΗΠΑ)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
turn turns

turn (en)

  1. στροφή
  2. σειρά

  ΡήμαΕπεξεργασία

ενεστώτας turn
γ΄ ενικό ενεστώτα turns
αόριστος turned
παθητική μετοχή turned
ενεργητική μετοχή turning

turn (en)

  1. γυρνώ, γυρίζω, στρέφομαι, στρέφω, περιστρέφω
  2. γίνομαι, μετατρέπομαι
    • He turned 100 in April. - Έγινε 100 ετών τον Απρίλιο.

ΕκφράσειςΕπεξεργασία

  • turn in
  • turn into a pumpkin

Ρουμανικά (ro) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

turn (ro)

  • πύργος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=turn&oldid=4131802"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Οκτωβρίου 2019, στις 04:04

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Οκτωβρίου 2019, στις 04:04.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie