βέλτιστος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βέλτιστος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική βέλτιστος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈvel.ti.stos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βέλ‐τι‐στος
Επίθετο
επεξεργασίαβέλτιστος, -η, -ο (χωρίς παραθετικά)
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠαροιμίες
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαμε βελτιω-
- → δείτε βελτιώνω, βελτιώνομαι όπως αβελτίωτος, βελτίωση
με βελτι-, βελτιστο-
- αβελτηρία & συγγενικά
- βελτιοδοξία
- βέλτιστα (επίρρημα)
- βελτιστοποίηση
- βελτιστοποιώ, βελτιστοποιούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία το μη χείρον βέλτιστον
Πηγές
επεξεργασία- βέλτιστος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- βέλτιστος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαβέλτιστος < → λείπει η ετυμολογία -ιστος
Επίθετο
επεξεργασίαβέλτιστος, -η, -ον
- υπερθετικός βαθμός του ἀγαθός, ο πιο καλός
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- βέλτιστος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βέλτιστος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.