-ιστος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -ιστος | η | -ιστη | το | -ιστο |
γενική | του | -ιστου | της | -ιστης | του | -ιστου |
αιτιατική | τον | -ιστο | τη(ν) | -ιστη | το | -ιστο |
κλητική | -ιστε | -ιστη | -ιστο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -ιστοι | οι | -ιστες | τα | -ιστα |
γενική | των | -ιστων | των | -ιστων | των | -ιστων |
αιτιατική | τους | -ιστους | τις | -ιστες | τα | -ιστα |
κλητική | -ιστοι | -ιστες | -ιστα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- -ιστος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ιστος[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.stos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐στος
Επίθημα
επεξεργασία-ιστος, -η, -ο
- (λόγιο) επίθημα σχηματισμού του υπερθετικού βαθμού σε ορισμένα επίθετα
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- -ιστος < αοριστικό θέμα ρημάτων σε ισ- + -τος < αρχαία ελληνική -τος [2]
Επίθημα
επεξεργασία-ιστος, -η, -ο
- επίθημα για το σχηματισμό ρηματικών επιθέτων από ρήματα με αοριστικό θέμα σε ισ-
Συγγενικά
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ "-ιστος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ -τος και μορφές - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -ιστος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)