Μαυροβούνιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Μαυροβούνιο | τα | Μαυροβούνια |
γενική | του | Μαυροβούνιου & Μαυροβουνίου |
των | Μαυροβούνιων & Μαυροβουνίων |
αιτιατική | το | Μαυροβούνιο | τα | Μαυροβούνια |
κλητική | Μαυροβούνιο | Μαυροβούνια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μαυροβούνιο < μαυρο- + βουν(ό) + -ιο < (μεταφραστικό δάνειο) σλαβικής προέλευσης Crna Gora / Црна Гора (μαύρο βουνό, το όρος Ловћен / Lovćen, διότι ήταν άδενδρο κι άνυδρο)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mav.ɾoˈvu.ni.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μαυ‐ρο‐βού‐νι‐ο
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜαυροβούνιο ουδέτερο
- κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, το οποίο εκτείνεται στα δυτικά Βαλκάνια, με πρωτεύουσα τη Ποντγκόριτσα, επίσημη γλώσσα τη Σερβική και την Αλβανική. Αν και δεν ανήκει στην ΕΕ ή την Ευρωζώνη, χρησιμοποιεί ως νόμισμα το ευρώ. Είναι το ένα από τα δύο κράτη που απάρτιζαν την περίοδο 2003-2006 το ομοσπονδιακό κράτος Σερβία και Μαυροβούνιο.
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Κατηγορία:Πόλεις του Μαυροβουνίου (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό
- Μαυροβούνιο στη Βικιπαίδεια
- Μαυροβούνιο στα Βικιταξίδια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Μαυροβούνιο