Αυστρία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αυστρία | οι | Αυστρίες |
γενική | της | Αυστρίας | των | (Αυστριών) |
αιτιατική | την | Αυστρία | τις | Αυστρίες |
κλητική | Αυστρία | Αυστρίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |


Ετυμολογία
επεξεργασία
- Αυστρία < νεολατινική Austria < παλαιά άνω γερμανική Ostarrichi < Osten (ανατολή) + rîchi (βασίλειο) (μαρτυρείται από το 1728)[1]
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /afˈstɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αυ‐στρί‐α
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Αυστρία θηλυκό
- χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην κεντρική Ευρώπη με πρωτεύουσα τη Βιέννη, επίσημη γλώσσα τη γερμανική και νόμισμα το ευρώ (παλιότερα το σελίνι)
- ※ Η Βιέννη και η Τεργέστη, τα δύο σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της παλαιάς Αυστρίας, αποτέλεσαν τους βασικούς πόλους έλξης των ξένων εμπόρων.
- Κώστας Ράπτης, Έμποροι στην Αυστρία του «μακρού» 19ου αιώνα, Μνήμων, 33 (2014), σσ. 133–167.
- ※ Η Βιέννη και η Τεργέστη, τα δύο σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της παλαιάς Αυστρίας, αποτέλεσαν τους βασικούς πόλους έλξης των ξένων εμπόρων.
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία-
Αυστρία στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αυστρία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)