-ικος
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -ικος | η | -ικη | το | -ικο |
γενική | του | -ικου | της | -ικης | του | -ικου |
αιτιατική | τον | -ικο | τη(ν) | -ικη | το | -ικο |
κλητική | -ικε | -ικη | -ικο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -ικοι | οι | -ικες | τα | -ικα |
γενική | των | -ικων | των | -ικων | των | -ικων |
αιτιατική | τους | -ικους | τις | -ικες | τα | -ικα |
κλητική | -ικοι | -ικες | -ικα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ικος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική -ικος < λατινική -icus
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ικος, -η, -ο (και θηλυκό -ικια σε λαϊκότροπο ύφος)
- παραγωγική κατάληξη / επίθημα επιθέτων
- για το μεταπλασμό σε λαϊκότερη γλώσσα
- λόγιων επιθέτων
- πατριδωνυμικών σε -ικός, σε λαϊκότροπο ύφος -ικος
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΠηγέςΕπεξεργασία
- «"-ικος"» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ικος < → λείπει η ετυμολογία
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ικος
- παραγωγική κατάληξη για το σχηματισμό επιθέτων
Επεξεργασία
επίσης