Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  • Χημικό στοιχείο: C
  • Ατομικός αριθμός : 6
  • Προηγούμενο = B
  • Επόμενο = N

Δείτε επίσης: Περιοδικός πίνακας των στοιχείων

  Ετυμολογία επεξεργασία

άνθρακας < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἄνθραξ από την αιτιατική «τὸν ἄνθρακα»[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈan.θɾa.kas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: άν‐θρα‐κας

  Ουσιαστικό επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο άνθρακας οι άνθρακες
      γενική του άνθρακα των ανθράκων
    αιτιατική τον άνθρακα τους άνθρακες
     κλητική άνθρακα άνθρακες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Παρότι ο γραφίτης (αριστερά) και το διαμάντι (δεξιά) αποτελούνται από καθαρό άνθρακα, διαφέρουν λόγω της διαφορετικής μοριακής δομής τους.

άνθρακας αρσενικό

  1. (χημεία) αμέταλλο χημικό στοιχείο με ατομικό αριθμό 6 και χημικό σύμβολο το C, που αποτελεί απαραίτητο στοιχείο των οργανικών ενώσεων
  2. (ιατρική) επικίνδυνη μολυσματική ασθένεια που οφείλεται στον ομώνυμο βάκιλο

Συνώνυμα επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

όπως

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία