Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σημασιολογικό δάνειο < → δείτε τις λέξεις σημασιολογικός και δάνειο, σημασιολογικό δάνειο από τη γερμανική Lehnübersetzung και γαλλική emprunt [1] → δείτε τις λέξεις σημασιολογία και μεταφραστικό δάνειο

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /si.ma.si.o.lo.ʝiˈko ˈða.ni.o/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

σημασιολογικό δάνειο ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία