↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ματθαίος οι Ματθαίοι
      γενική του Ματθαίου των Ματθαίων
    αιτιατική τον Ματθαίο τους Ματθαίους
     κλητική Ματθαίε Ματθαίοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ματθαίος < ελληνιστική κοινή Ματθαῖος < εβραϊκή מתתיהו, מַתִּתְיָהוּ (Mattityahu, Matatyahu) σημασία: «δώρο του Γιάχουεϊ-Γιάχβε-YAHWEH, θεΐο δώρο, Θεόδωρος στα εβραϊκά»

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /matˈθe.os/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ματθαίος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
    • ο ένας από τους τέσσερις ευαγγελιστές
  2. (θρησκεία) το πρώτο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, που αποτελείται από είκοσι οκτώ κεφάλαια.

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία