Δείτε επίσης: Ματθαίος
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ματθαῖος οἱ Ματθαῖοι
      γενική τοῦ Ματθαίου τῶν Ματθαίων
      δοτική τῷ Ματθαί τοῖς Ματθαίοις
    αιτιατική τὸν Ματθαῖον τοὺς Ματθαίους
     κλητική ! Ματθαῖε Ματθαῖοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ματθαίω
γεν-δοτ τοῖν  Ματθαίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ματθαῖος (εξελληνισμένο όνομα) < προσαρμοσμένο άμεσο δάνειο από την εβραϊκή 'מַתִּתְיָהוּ (Mattityahu)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ματθαῖος, -ου αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Δείτε επίσης

επεξεργασία