Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈma.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μά‐της
τονικό παρώνυμο: Ματίς

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Μάτης < χαϊδευτικό του Ματθαίος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μάτης οι Μάτηδες
      γενική του Μάτη των Μάτηδων
    αιτιατική τον Μάτη τους Μάτηδες
     κλητική Μάτη Μάτηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάτης αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Μάτης < λείπει η ετυμολογία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μάτης οι Μάτηδες
Ματαίοι
      γενική του Μάτη των Μάτηδων
Ματαίων
    αιτιατική τον Μάτη τους Μάτηδες
Ματαίους
     κλητική Μάτη Μάτηδες
Ματαίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Κωλοκοτρόνης (κλίση: νοικοκύρης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάτης αρσενικό (θηλυκό Μάτη)

Μεταγραφές

επεξεργασία