τονικό παρώνυμο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαπαραδείγματα τονικών παρωνύμων:
Δείτε την Κατηγορία:Τονικά παρώνυμα |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίατονικό παρώνυμο ουδέτερο
- (γλωσσολογία, φωνητική) φωνολογικά παρώνυμα, που η διαφορά τους έγκειται στη διαφορετική θέση του τόνου.[1]
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τονικό παρώνυμο
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ παρωνυμία - Λεξικό γλωσσολογικών όρων - Digital PanGloss, όροι στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας (2006‑08)