περνώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- περνώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική περνῶ → και δείτε τη λέξη περνάω
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /peɾˈno/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : περ‐νώ
- ομόηχο: περνό
- τονικό παρώνυμο: παίρνω
Ρήμα
επεξεργασία
περνώ
- πιο επίσημη μορφή του περνάω