Δείτε επίσης: Ἑλένη, ἑλένη
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ελένη οι Ελένες
      γενική της Ελένης των (Ελενών)
    αιτιατική την Ελένη τις Ελένες
     κλητική Ελένη Ελένες
Eπίσης, προφορικά και γενική πληθυντικού Ελένων.
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ελένη θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
    1. (ελληνική μυθολογία) η ωραία Ελένη: σύζυγος του Μενέλαου
    2. (χριστιανισμός) η αγία Ελένη: μητέρα του Κωνσταντίνου του Μεγάλου
  2. φυσικός δορυφόρος του πλανήτη Κρόνου

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Ελένη < γενική ενικού του αρσενικού Ελένης

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Ελένη αρσενικό

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Martin Litchfield West, Indo-European poetry and myth, Oxford University Press, Oxford 2007, ISBN 978-0-19-928075-9, σελ. 137.
  2. https://smerdaleos.wordpress.com
  3. Ἑλένη σελ. 406-407 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 12.