πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Νίτσα οι Νίτσες
      γενική της Νίτσας
    αιτιατική τη Νίτσα τις Νίτσες
     κλητική Νίτσα Νίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Νίτσα < περικοπή υποκοριστικών θηλυκών ονομάτων με θέμα που λήγει σε +-ίτσα, όπως Ελενίτσα, Κατινίτσα, Κατερινίτσα, Ουρανίτσα. Δείτε και Λίτσα, Πίτσα, Ρίτσα[1] / γενική ενικού του αρσενικού Νίτσας

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Νίτσα θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. γυναικείο επώνυμο (θηλυκό Νίτσας)

Μεταγραφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία