-άδα
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -άδα < μεσαιωνική ελληνική -άδα< αρχαία ελληνική -ας (αιτιατική -άδα: ἀγελάς→ἀγελάδα)
- για χυμούς, τρόφιμα < βενετική -ada
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-άδα
- επίθημα αφηρημένων μετεπιθετικών θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν μια ιδιότητα που έχει σχέση με αυτό που εκφράζει η πρωτότυπη λέξη
- επίθημα περιληπτικών θηλυκών ουσιαστικών που παράγονται από απόλυτα αριθμητικά
- επίθημα μετουσιαστικών θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν χυμό ή φαγητό που παράγεται από την πρωτότυπη λέξη
- επίθημα μετουσιαστικών θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν τη βόλτα με το όχημα που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη ή μια ευχάριστη δραστηριότητα
- επίθημα μετουσιαστικών θηλυκών ουσιαστικών
Επεξεργασία
- από την αιτιατική πτώση
ΣύνθεταΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
-άδα