πληροφορία
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πληροφορία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή πληροφορία < αρχαία ελληνική πλήρης + φέρω, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική renseignement ή enseignement[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pli.ɾo.foˈɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πλη‐ρο‐φο‐ρί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπληροφορία θηλυκό
- (καθομιλουμένη) στοιχείο που ενημερώνει, που βοηθά κάποιον να γνωρίσει κάτι
- δημοσιογραφικό στοιχείο (ή στοιχεία) που αποδίδονται σε πηγή που δεν αποκαλύπτεται
- σύμφωνα με πληροφορίες ο πρωθυπουργός επιδιώκει εκλογές γιατί θεωρεί εφικτή την αυτοδυναμία
- (στον πληθυντικό) γραφείο ή τμήμα που δίνει επεξηγήσεις
- πήγα στις πληροφορίες και μου είπαν ότι το γραφείο είναι κλειστό
- (στον πληθυντικό) αγγελίες (σε εφημερίδες ή ιστοσελίδες)
- δημοσιογραφικό στοιχείο (ή στοιχεία) που αποδίδονται σε πηγή που δεν αποκαλύπτεται
- επιστημονικοί όροι
- (κυβερνητική) μήνυμα σε μορφή κώδικα
- γενετική πληροφορία
- (φυσική, κβαντική μηχανική) δεδομένο που προκύπτει καθώς γεννάται η σχέση παρατηρούμενου αντικειμένου και αντικειμένου πρόσκρουσης κατά την μέτρηση, προκαλούμενο δεδομένο σχέσης-συσχέτισης
- (κβαντική χρωμοδυναμική) ποσότητα ενέργειας, πυκνή πληροφοριακά κυματοσυνάρτηση δύναται να προκαλέσει περισσότερες αλλαγές κατάστασης καθώς εντροπίζεται-διαχέεται, ποσότητα πληροφορίας και ενέργεια ταυτίζονται σαν έννοιες στην κβαντική χρωμοδυναμική (στη καθημερινή ζωή ξέρουμε ότι τα FM εμπεριέχουν περισσότερη πληροφορία, ενέργεια και συχνότητα απ' τα AM ανά μονάδα χρόνου)
- (θεωρία της πληροφορίας) τυχαία τιμή ή συνδυασμός τιμών εντός της επιτρεπόμενης πληροφοριακής εντροπίας χωρίς αναγκαστικά να μεταφέρει σημασιολογικό κώδικα
Συγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΠολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πληροφορία
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ πληροφορία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | πληροφορίᾱ | αἱ | πληροφορίαι |
γενική | τῆς | πληροφορίᾱς | τῶν | πληροφοριῶν |
δοτική | τῇ | πληροφορίᾳ | ταῖς | πληροφορίαις |
αιτιατική | τὴν | πληροφορίᾱν | τὰς | πληροφορίᾱς |
κλητική ὦ! | πληροφορίᾱ | πληροφορίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πληροφορίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | πληροφορίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαπληροφορία < πληροφορ(έω), (ῶ) + -ία < πλήρης + φέρω
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπληροφορία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- πληροφορία - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πληροφορία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.