information
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- information < (κληρονομημένο) μέση αγγλική informacion < (άμεσο δάνειο) αγγλονορμανδική informacioun < (άμεσο δάνειο) παλαιά γαλλική information
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌɪnfəˈmeɪʃən/ και /ˌɪnfəɹˈmeɪʃən/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
information (en) συνήθως μη αριθμητό
- η πληροφορία, οι πληροφορίες
- I need some information about your business - χρειάζομαι μερικές πληροφορίες για την επιχείρησή σας
- He gave us a piece of information - μας έδωσε μια πληροφορία
- η πληροφόρηση
- for your information - για την πληροφόρησή σας
- (χριστιανισμός) η θεοπνευστία
- (πληροφορική) η πληροφορία, τα δεδομένα των οποίων η μικρότερη μονάδα είναι το bit
- οι πληροφορίες τηλεφωνικού καταλόγου (τηλεφωνική υπηρεσία)
Επεξεργασία
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
information | informations |
information (fr) θηλυκό