κομμουνισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κομμουνισμός < (άμεσο δάνειο) γαλλική communisme < commun (κοινός) + -isme (-ισμός) < λατινική communis < παλαιά λατινικά comoine[m] / *comoenus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ḱom-moy-n- < *mey- (αλλάζω)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ko.mu.niˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κομ‐μου‐νι‐σμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
κομμουνισμός αρσενικό
- (πολιτική) πολιτική και οικονομική θεωρία ή πρακτική που επιδιώκει την άμεση δημοκρατία, την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων και την οργάνωση της κοινωνίας πάνω στη βάση των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών
Άλλες γραφές επεξεργασία
- κομουνισμός (απλποιημένη γραφή)
Άλλες μορφές επεξεργασία
- κουμουνισμός (προφορικό)
Συγγενικά επεξεργασία
οι μορφές, με κομμουν-, κομουν-
|
Σύνθετα επεξεργασία |
- Λέξεις με κομ(μ)ουν- - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κομμουνισμός
|
Πηγές επεξεργασία
- κομμουνισμός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- κομμουνισμός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)