κοινωνική τάξη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κοινωνική τάξη < → δείτε τις λέξεις κοινωνικός και τάξη, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική classe sociale
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίακοινωνική τάξη θηλυκό
- (κοινωνιολογία, πολιτική) ταξινόμηση των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία βάσει κοινών χαρακτηριστικών, όπως οι οικονομικές απολαβές, το επάγγελμα η εκπαίδευση, ο κοινωνικός και πολιτισμικός πλούτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία κοινωνική τάξη
|