τάξεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
τάξεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τάξη
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
τάξεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος τάζω
- θα τάξεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος τάζω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
τάξεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τάξις