bring
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bring < κληρονομημένο από τη μέση αγγλική bryngen < αγγλοσαξονική bringan (φέρνω, οδηγώ, παράγω, κουβαλώ, παραθέτω, παρουσιάζω, προσφέρω) < πρωτογερμανική *bringaną (συγκρίνετε με τη δυτική φριζική bringe, κάτω σαξονική bringen, ολλανδική brengen, γερμανική bringen) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *bʰrenk- (συγκρίνετε με την ουαλική hebrwng (φέρνω, οδηγώ), τοχαρική Β pränk- (στερώ, αφαιρώ), λετονική brankti, λιθουανική branktas (σειραφόρια))
Προφορά
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαενεστώτας | bring |
γ΄ ενικό ενεστώτα | brings |
αόριστος | brought |
παθητική μετοχή | brought |
ενεργητική μετοχή | bringing |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
bring (en)
- (μεταβατικό, δίπτωτο) φέρνω, έρχομαι σε ένα μέρος με κάποιον ή κάτι
- (μεταβατικό) φέρνω, μεταφέρω, ανεβάζω, δίνω ή παρέχω σε κάποιον ή κάτι κάτι
- ⮡ He asked them to bring him a glass of milk.
- Είπε να του φέρουν ένα ποτήρι γάλα.
- ⮡ Bring me a chair!
- Φέρε μου μια καρέκλα!
- ⮡ Bring it up there/here.
- Ανέβασέ το εκεί/εδώ πάνω.
- ⮡ He asked them to bring him a glass of milk.
- φέρνω, προξενώ, προκαλώ, ρίχνω, κάνω κάποιον ή κάτι να βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή μέρος
- ⮡ It brought tears to my eyes.
- Μου έφερε δάκρυα στα μάτια.
- ⮡ The news brought shivers down my back.
- Τα νέα μου 'φεραν ρίγος στην πλάτη.
- ⮡ The floods brought great damage.
- Οι πλημμύρες προξένησαν μεγάλες ζημίες.
- ⮡ Her absence brought great anxiety to her family.
- Η απουσία της έφερε/προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στην οικογένεια της.
- ⮡ Chance brought us together at a party.
- Η τύχη μας έριξε μαζί σε ένα πάρτι.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη cause
- ⮡ It brought tears to my eyes.
- συγκεντρώνω, κάνω κάποιον ή κάτι να κινηθεί προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση ή τρόπο
- ⮡ I’m bringing together all the necessary documents.
- Συγκεντρώνω όλα τα αναγκαία έγγραφα.
- ⮡ I’m bringing together all the necessary documents.
- (μεταβατικό) εγείρω αγωγή
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- bring < (ηχομιμητική λέξη)
Επιφώνημα
επεξεργασίαbring (en)
Πηγές
επεξεργασία- bring - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 62, 933-934. ISBN 9780194325684., λήμμα: ανεβάζω, φέρνω