πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -γραφία οι -γραφίες
      γενική της -γραφίας των -γραφιών
    αιτιατική τη(ν) -γραφία τις -γραφίες
     κλητική -γραφία -γραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
-γραφία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -γραφία < γράφ(ω) + -ία.

-γραφία θηλυκό
δεύτερο συνθετικό που δηλώνει

  1. την εργασία και τις διαδικασίες που απορρέουν από ανάλογο ουσιαστικό σε -γράφος
    δημοσιογραφία
    1. τη μελέτη ενός κλάδου που δηλώνει το α' συνθετικό
      ιστοριογραφία, γεωγραφία
    2. λογοτεχνικό ή φιλολογικό είδος
      πεζογραφία, λεξικογραφία
  2. μια τέχνη, με το αντικείμενο ή το υλικό της όπως ορίζεται από το α' συνθετικό
    αγιογραφία, λιθογραφία, τοιχογραφία, φωτογραφία
  3. το σύνολο άρθρων και μελετών για το θέμα που δηλώνει το α' συνθετικό
    κριτικογραφία, βιβλιογραφία
  4. η τεχνική γραφής που δηλώνεται από το α' συνθετικό
    τυπογραφία
  5. (ιατρική) εξέταση μέρους του σώματος που δηλώνεται από το α' συνθετικό, με τη βοήθεια οργάνου σε -γράφος. Επίσης, η απεικόνισή της
    αγγειογραφία
     συνώνυμα: -γράφημα

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία

-γραφία θηλυκό