διαγλωσσικοί όροι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- διαγλωσσικοί όροι < → δείτε τις λέξεις διαγλωσσικός και όρος
Κλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου
επεξεργασίαδιαγλωσσικοί όροι αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του διαγλωσσικός όρος
- ↪ Οι ονομασίες των χημικών στοιχείων είναι διαγλωσσικοί όροι, αλλά τα σύμβολά τους είναι διεθνή.
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΕπίσης
- διεθνής όρος
- διεθνισμός (γλωσσολογία)
- Διεθνείς όροι στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία διαγλωσσικοί όροι
|