Δείτε επίσης: μετά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μετα- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική μετα- < μετά
για σύγχρονους όρους < (λόγιο δάνειο) διαγλωσσική ορολογία meta- < λατινική meta- < αρχαία ελληνική μετα- ή μεταφραστικό δάνειο από διαγλωσσικούς όρους post- < λατινική post-[1]

  Πρόθημα επεξεργασία

μετα-, μετά-, μετ-, μεθ-

Άλλες μορφές επεξεργασία

όλες οι μορφές και τα σύνθετα του 'μετα-

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μετα- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική μετα-

  Πρόθημα επεξεργασία

μετα-

Άλλες μορφές επεξεργασία

όλες οι μορφές και τα σύνθετα του 'μετα-



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μετα- < μετά

  Πρόθημα επεξεργασία

μετα-

Άλλες μορφές επεξεργασία

όλες οι μορφές και τα σύνθετα του 'μετα-

  Αναφορές επεξεργασία