Δείτε επίσης: ξανά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ξανα- < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ξανα- < αρχαία ελληνική ἐξανα- με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος [1]

Αναφορές

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
ξανα-: μορφή του ἐξανα- με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος (συχνά συνυπάρχουν οι τύποι) < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἐξανα-