Δείτε επίσης: ξανά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξανα- < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ξανα- < αρχαία ελληνική ἐξανα- με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ksa.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξα‐να-

  Πρόθημα επεξεργασία

ξανα-, ξανά- & ξαν- πριν από α

Σύνθετα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξανα-: μορφή του ἐξανα- με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος (συχνά συνυπάρχουν οι τύποι) < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἐξανα-

  Πρόθημα επεξεργασία

ξανα-, ξανά- & ξαν- πριν από α

Σύνθετα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία